Αντισεισμική Ασφάλιση
Κτιρίων Οπλισμένου Σκυροδέματος
Πρακτική Μεθοδολογία Εκτίμησης Σεισμικής Τρωτότητας
Λέξεις κλειδία: Αντισεισμική ασφαλιστική κάλυψη, Κτίρια Ο/Σ, Εκτίμηση σεισμικής τρωτότητας
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Διαγράφεται μια τάση της πολιτείας να αντικαταστήσει την ισχύουσα πρακτική κρατικής χρηματοδότηση σε περιπτώσεις σεισμού με την αντισεισμική ασφαλιστική κάλυψη των κτιρίων από ιδιωτικούς φορείς. Η ιδιαιτερότητα του σεισμικού φαινομένου δεν έχει επιτρέψει μέχρι σήμερα την ανάπτυξη του συγκεκριμένου τομέα. Η σημερινή προσέγγιση του προβλήματος γίνεται με βάση την ζώνη σεισμικής επικινδυνότητας. Ωστόσο, η ανάπτυξη του κλάδου χρήζει εισαγωγής μεθόδων που να καταγράφουν την "πραγματική" προδιάθεση του κτιρίου για αστοχία, εύκολα και με μεγάλη ταχύτητα. Προτείνεται μια πρακτική μεθοδολογία εκτίμησης της σεισμικής τρωτότητας της προς ασφάλιση εκτεθειμένης αξίας (ακίνητο/ τεχνικό έργο), η οποία στηρίζεται στην φιλοσοφία του ταχέως προσεισμικού ελέγχου.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Είναι ευρέως γνωστό ότι κατοικούμε σε μια χώρα με ιδιαίτερα αυξημένη σεισμική επικινδυνότητα στην οποία εκλύεται το 50% της Ευρωπαϊκής σεισμικής δραστηριότητας. Κατά μέσω όρο ανά 2 με 3 έτη εμφανίζεται καταστρεπτικός σεισμός στον Ελλαδικό χώρο, ενώ την τελευταία εικοσαετία παρουσιάστηκαν σεισμικά γεγονότα που έπληξαν μεγάλα αστικά κέντρα στα οποία βρίσκεται συγκεντρωμένο το μεγαλύτερο ποσοστό του δομικού πλούτου (Μάνος, 2001, Βλάχος 1999). Ως εκ τούτου, οι κατασκευές θα καταπονηθούν περισσότερο από μια φορές κατά την διάρκεια της ζωής τους σε έντονες σεισμικές διεγέρσεις με συνέπεια την συσσώρευση βλαβών ή/και καταρρεύσεων που σε συνδυασμό με έμμεσες συνέπειες, π.χ διακοπή οικονομικών δραστηριοτήτων, έχουν τεράστιο κόστος τόσο στο κράτος όσο και στους πολίτες. Η πολιτεία περί τα μέσα του 1997 προώθησε την δημιουργία του Οργανισμού Ασφάλισης έναντι Φυσικών Καταστροφών για την υποχρεωτική ασφάλιση των κτιρίων. Τελευταία βρίσκεται υπό συζήτηση η θέσπιση της "10 ετούς Ασφαλιστικής Εγγύησης του Κατασκευαστή", για αστοχίες που προκύπτουν λόγω κακοτεχνιών, που είναι πιθανών να αποκαλυφθούν σε έναν ισχυρό σεισμό, στην δεκαετία από την παράδοση της κατασκευής. Διαγράφεται μια τάση της πολιτείας να αντικαταστήσει την ισχύουσα πρακτική κρατικής χρηματοδότηση σε περιπτώσεις σεισμού με την αντισεισμική ασφαλιστική κάλυψη των κτιρίων από κρατικούς και ιδιωτικούς φορείς. Νέες προοπτικές ανοίγονται στην ασφαλιστική αγορά καθώς και στην αγορά διαχείρισης ακινήτων. Εάν λάβει κάποιος υπόψη ότι μόνο το 1% των ακινήτων είναι ασφαλισμένα (Βήμα 19/8/2001) γίνεται φανερό ότι διαμορφώνεται μια τεράστια αγορά η οποία πρέπει να καλυφθεί. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι σε αντίθεση με άλλους τύπους ασφάλισης (π.χ. πυρός, ζωής, αυτοκινήτου) σε περίπτωση σεισμού η ασφαλιστική εταιρεία καλείται να καλύψει τους ασφαλισμένους ταυτόχρονα σε μια μεγάλη περιοχή. Αυτό είναι δυνατό να προκαλέσει λογιστικά προβλήματα.
Σήμερα, ο χώρος της αντισεισμικής ασφαλιστικής κάλυψης αντιμετωπίζεται κυρίως με συνδυαστικά κριτήρια οικονομικού και σεισμολογικού χαρακτήρα χωρίς να λαμβάνει υπόψη την πραγματική δομοστατική φύση του προβλήματος. Βέβαιο είναι ότι η διεπιστημονική προσέγγιση του θέματος είναι αναγκαία. Η προστασία του ασφαλιστικού φορέα είναι δυνατό να προέλθει από τεκμηριωμένη μεθοδολογία η οποία πρωτίστως να εκτιμά ταχύτατα και αξιόπιστα την προδιάθεση του κτιρίου για βλάβη σύμφωνα με τα δομοστατικά χαρακτηριστικά του κτιρίου σε συνδυασμό με τα σεισμοτεκτονικά - εδαφομηχανικά χαρακτηριστικά της περιοχής και με βάση αυτά να συνεχίζεται η περαιτέρω οικονομική προσέγγιση για την βελτιστοποίηση του προϊόντος της ασφαλιστικής κάλυψης. Σύνθετα μοντέλα εκτίμησης της αντισεισμικής επικινδυνότητας έχουν αναπτυχθεί, (Pomonis, 2001) ωστόσο η καθημερινή ασφαλιστική πρακτική απαιτεί την εισαγωγή απλοποιημένων, κατάλληλα τροποποιημένων, "εμπειρικών μεθόδων" ( UNDP/UNIDO, 1985, FEMA 310). Τα μοντέλα εκτίμησης κινδύνου είναι χρήσιμα για να επιδεικνύουν την τάση και να υποδεικνύουν την κατεύθυνση, ενώ η πρακτικές μεθοδολογίες εκτίμησης της σεισμικής τρωτότητας των κτιρίων εφαρμόζονται επί τόπου για την εκτίμηση της προς ασφάλιση εκτεθειμένης αξίας (ακινήτου). Οπωσδήποτε, η πολυπλοκότητα του σεισμικού φαινομένου καθώς και το μεγάλο πιθανό οικονομικό κόστος που μπορεί να προκύψει για τον ασφαλιστικό φορέα πρέπει να οδηγήσει σε συντηρητικές μεθόδους εκτίμησης της σεισμικής τρωτότητας ενός κτιρίου, λαμβάνοντας όμως πάντα υπόψη και το δημιουργούμενο έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον του χώρου που περιγράφεται από την ασφαλιστική προσέλκυση κτιριακών κατασκευών αυξημένης σεισμικής τρωτότητας.
Στην παρούσα εργασία, αρχικά, γίνεται προσπάθεια προσέγγισης του προβλήματος της αντισεισμικής ασφάλισης κτιρίων και στην συνέχεια περιγράφεται μεθοδολογία εκτίμησης της σεισμικής τρωτότητας κτιρίων Ο/Σ σε δύο επίπεδα, ανάλογα με το γνωστικό αντικείμενο του ατόμου που διενεργεί τον έλεγχο εκτίμησης (ασφαλιστής, μηχανικός) και την σπουδαιότητα του προς ασφάλιση κινδύνου, με βάση των συνδυασμό μεθόδων προσεισμικού ελέγχου (FEMA 310, ΥΠΕΧΩΔΕ-Ο.Α.Σ.Π., 2000) και κανονισμών εν ισχύ (Ε.Α.Κ. 2000).